Για τα Βιομηχανικά Μη Επικίνδυνα Στερεά Απόβλητα, υπεύθυνος διαχείρισης είναι ο παραγωγός και ο κάτοχος και εφαρμόζεται πλήρως η αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει» μέσω της έγκρισης των περιβαλλοντικών όρων λειτουργίας των διαφόρων εγκαταστάσεων και δραστηριοτήτων.
Η εξάλειψη του φαινομένου της ανεξέλεγκτης διάθεσης αποβλήτων και η παύση της παραβατικής συμπεριφοράς στη διάθεση των αποβλήτων αποτελεί απαρέγκλιτο στόχο που απελευθερώνει οικονομικούς πόρους και δυνάμεις, ώστε να προχωρήσει η χώρα στην ολοκληρωμένη διαχείριση των απορριμμάτων με πρόληψη, ανακύκλωση και αξιοποίηση.
Ένα από τα χαρακτηριστικά της κτηνοτροφίας είναι ο καταμερισμός της εγχώριας παραγωγής κρέατος και γάλακτος σε μεγάλο αριθμό εκμεταλλεύσεων, συνήθως μικρού μεγέθους και δυναμικότητας και παραδοσιακού χαρακτήρα. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται συνεχής εκσυγχρονισμός των μονάδων.
Τα κτηνοτροφικά απόβλητα μπορούν να διαχωριστούν σε υγρά και στερεά.
• Τα υγρά απόβλητα είναι οι κοπριές χοίρων, βοοειδών και ωοπαραγών πτηνών.
• Τα στερεά απόβλητα είναι κυρίως στρωμνές προερχόμενες από στάβλους αιγοπροβάτων, πτηνών που προορίζονται για σφαγή και μικρών μονάδων βοοειδών.
Κάθε ρεύμα αποβλήτου έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά ως προς τη σύστασή τους και κατ’ επέκταση του τρόπου διαχείρισής τους. Ειδικότερα, τα υγρά απόβλητα βουστασίων πρέπει να συλλέγονται και να αξιοποιούνται σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα από τη παραγωγή τους, καθώς εκλύεται στην ατμόσφαιρα μεθάνιο. Το μεθάνιο είναι αέριο του φαινομένου του θερμοκηπίου και μάλιστα 21 φορές πιο ισχυρό από το διοξείδιο του άνθρακα. Τα απόβλητα πτηνοτροφείων και χοιροτροφείων περιέχουν αυξημένες ποσότητες αζώτου, καθιστώντας επιτακτική, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, τη συν-επεξεργασία τους με άλλα απόβλητα.
Τα ζωικά υποπροϊόντα είναι τα απόβλητα των σφαγείων και των βιομηχανιών παραγωγής αλλαντικών. Προέρχονται κυρίως από τη σφαγή ζώων για κατανάλωση από τον άνθρωπο και από την παραγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης. Επίσης, περιλαμβάνουν την απόρριψη των νεκρών ζώων στα πλαίσια μέτρων ελέγχου ασθενειών.
Η έλλειψη ορθής διαχείρισής τους αποτελεί δυνητική απειλή για τη δημόσια υγεία, την υγεία των ζώων και εστία μόλυνσης του περιβάλλοντος. Ένα μεγάλο φάσμα ζωικών υποπροϊόντων χρησιμοποιείται με βιώσιμο τρόπο σε ποικίλες εφαρμογές, εφόσον διασφαλίζεται η εξάλειψη των κινδύνων για τη δημόσια υγεία. Τα υποπροϊόντα σφαγείου χρησιμοποιούνται στη βιομηχανία φαρμάκων, ζωοτροφών και επεξεργασίας δέρματος.
Η διαχείριση αυτών των υποπροϊόντων στηρίζεται σε ένα συνεκτικό και συνολικό πλαίσιο κοινοτικών υγειονομικών κανόνων που διέπουν τη συλλογή, τη μεταφορά, τον χειρισμό, , τη μεταποίηση, την αποθήκευση, τη διάθεση στην αγορά, τη διανομή, τη χρήση ή την απόρριψή τους.
Τα οργανικά υπολείμματα μπορούν να προέρχονται από την ίδια την καλλιέργεια και άλλα από τη μεταποιητική βιομηχανία. Σε κάθε καλλιέργεια παράγεται ένα χρήσιμο προϊόν και το υπόλοιπο συνήθως παραμένει στο χωράφι, χρήζοντας περαιτέρω επεξεργασίας. Επίσης, η πληθώρα των μεταποιητικών βιομηχανιών παράγει απόβλητη βιομάζα η οποία μένει ανεκμετάλλευτη.
Ενδεικτικά αναφέρονται τα παρακάτω:
– Υπολείμματα καλλιεργειών και υλοτομιών, όπως:
• Κλαδέματα καλαμποκιού, σίτου, οπωροφόρων κ.ά.
• Άχυρα σίτου, κριθής, ηλίανθου και ρυζιού
• Επιλεκτική υλοτόμηση και δημιουργία αντιπυρικών ζωνών, κλαδέματα, νεκρά δέντρα, φλοιοί
– Υπολείμματα βιομηχανιών επεξεργασίας γεωργικών προϊόντων
• Στελέχη αραβοσίτου, βαμβακιού
• Φλοιός ρυζιού
• Πριονίδι, ξυλεία που προέρχεται από επιπλοποιίες
Η ελληνική βιομηχανία Τροφίμων και Ποτών αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους κλάδους μεταποίησης της χώρας μας. Καλύπτει περίπου το 25% του κύκλου εργασιών της μεταποίησης και απασχολεί πάνω το 24% του εργατικού δυναμικού. Η βιομηχανία Τροφίμων και Ποτών χαρακτηρίζεται από πολύ μεγάλη ποικιλομορφία ως προς τις χρησιμοποιούμενες πρώτες ύλες, τα τελικά προϊόντα και κατ’ επέκταση τα χαρακτηριστικά των οργανικών τους αποβλήτων.
Ενδεικτικά αναφέρονται τα παρακάτω οργανικά απόβλητα:
• Τυρόγαλα, ακατάλληλο γάλα, ακατάλληλα προς βρώση και ληγμένα τυροκομικά, που προέρχονται από βιομηχανίες παραγωγής γαλακτοκομικών
• Ζωικά υποπροϊόντα Κατηγορίας 1, 2, και 3, όπως περιγράφονται στην ΕΚ 1069/2009 και προέρχονται από σφαγεία και βιομηχανίες παραγωγής αλλαντικών
• Απόβλητα και υπολείμματα ιχθυοκαλλιεργειών
Απόβλητα βιομηχανίας τροφίμων & ποτών • Απόβλητα φρούτα, κουκούτσια και φλούδες, που προέρχονται από κονσερβοποιίες, βιομηχανίες επεξεργασίας φρούτων, λαχανικών και πατάτας
• Κατσίγαρος, ελαιοπυρήνας και καρπός ελιάς από ελαιοτριβεία και πυρηνελαιουργεία
• Οργανικά απόβλητα ζυθοποιίας
Η αφύπνιση της περιβαλλοντικής συνείδησης του κοινωνικού συνόλου και κατ’ επέκταση των κρατών έχει οδηγήσει, μεταξύ άλλων, και στη θέσπιση αυστηρότερων κανονισμών για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των απορριπτόμενων υδάτων.
Η αύξηση της παραγόμενης ιλύος από εγκαταστάσεις επεξεργασίας αστικών και βιομηχανικών λυμάτων είναι σημαντική. Η ποιοτική αναβάθμιση των απορριπτόμενων υδάτων μετακύλυσε το πρόβλημα στη διάθεση ενός υδαρούς και δύσχρηστου παραπροϊόντος, την ιλύ.
Η ιλύς είναι το στερεό υπόλειμμα της επεξεργασίας λυμάτων, όπου διαχωρίζεται το υγρό και στερεό κλάσμα και είναι συνήθως υγρή ή ημι-στερεή, με συγκέντρωση στερεών περίπου 12% κατά βάρος.
Η μέση ημερήσια κατά κεφαλή παραγωγή ιλύος στην Ευρώπη ανέρχεται σε 90 γραμμάρια. Η ετήσια παραγωγή ιλύος στην Ευρώπη έχει αυξηθεί την δεκαετία 2000 – 2010 κατά 20% και αναμένεται περαιτέρω αύξηση κατά 15% την δεκαετία 2010 – 2020.
Οι κυριότερες μέθοδοι διάθεσης της περίσσειας ιλύος είναι:
1. Γεωργική χρήση (λίπασμα, εδαφοβελτιωτικό)
2. Κομποστοποίηση με άλλα οργανικά απόβλητα
3. Αναερόβια χώνευση
4. Καύση (συν –καύση, χρήση στην τσιμεντοβιομηχανία)
5. Υγειονομική ταφή
6. Άλλες μέθοδοι (υγρή οξείδωση, πυρόλυση, αεριοποίηση)
Ωράριο λειτουργίας 9:00-18:00